
Newsroom / Center News
Δασμοί και Ενεργειακή Μετάβαση
Μέσα σε κλίμα εντεινόμενης έντασης αλλά και αυξανόμενης πίεσης από την παγκόσμια επιχειρηματική κοινότητα, στις 12 Μαΐου ανακοινώθηκε μια προσωρινή ανακωχή στον εμπορικό πόλεμο μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας. Οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη συμφώνησαν σε 90ήμερη παύση επιβολής νέων εμπορικών μέτρων, προκειμένου να δοθεί χώρος για διαπραγματεύσεις και αποκλιμάκωση. Στο ίδιο πλαίσιο, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ανακοινώσει την προσωρινή αναστολή των δικών της αντίμετρων, όσο διαρκούν οι συνομιλίες, ενισχύοντας την ελπίδα για επιστροφή σε πιο συναινετική εμπορική πολιτική.
Υπενθυμίζεται ότι στις 2 Απριλίου, ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, είχε ανακοινώσει μια σειρά από νέους δασμούς σε εισαγόμενα προϊόντα, με στόχο την ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής. Η πολιτική αυτή ευθυγραμμίζεται με μια ευρύτερη στρατηγική προστατευτισμού, που επανέρχεται δυναμικά στο προσκήνιο, σε μια περίοδο παγκόσμιων προκλήσεων και γεωοικονομικής ανασφάλειας.
Οι δασμοί περιλάμβαναν μεταξύ άλλων 145% σε εισαγωγές από την Κίνα, 25% από τον Καναδά και το Μεξικό, και 10% από περίπου 60 ακόμη χώρες, ανάμεσά τους και τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Προβλέπονταν επίσης πρόσθετοι δασμοί 25% για τον χάλυβα και το αλουμίνιο, καθώς και ισόποσοι για τα εισαγόμενα αυτοκίνητα. Αν και τα περισσότερα ενεργειακά προϊόντα εξαιρέθηκαν, επιβλήθηκε δασμός 10% στις εισαγωγές ενεργειακών προϊόντων από τον Καναδά.
Η Κίνα είχε απαντήσει με επιβολή αντιμέτρων, αυξάνοντας τους δασμούς στις εισαγωγές από τις ΗΠΑ στο 125%.
Μέσα σε αυτές τις έντονες γεωπολιτικές εξελίξεις, πως θα επιδράσει η εφαρμογή δασμών της ΗΠΑ στην πρόοδο της ενεργειακής μετάβασης σε διεθνές επίπεδο;
Στο πλαίσιο της αποστολής του HELLENiQ ENERGY Center for Sustainability and Energy @Alba για την ενίσχυση της γνώσης και του διαλόγου γύρω από τα κρίσιμα θέματα της ενεργειακής μετάβασης, δόθηκε το βήμα σε κορυφαία στελέχη του ενεργειακού κλάδου να καταθέσουν τις απόψεις τους γύρω από το θέμα.
Βασίλης Αντωνιάδης, Διευθύνων Σύμβουλος & Senior Partner, BCG, οι δασμοί των ΗΠΑ σε κρίσιμες τεχνολογίες και αγαθά δημιουργούν νέα δεδομένα στην παγκόσμια ενεργειακή μετάβαση, αυξάνοντας τα κόστη και αναδεικνύοντας αδυναμίες των εφοδιαστικών αλυσίδων. Ωστόσο, αυτή η συγκυρία δεν σηματοδοτεί την υποχώρηση της μετάβασης. Αντιθέτως, μπορεί να λειτουργήσει ως κάλεσμα για επιτάχυνσή της.
Η διασφάλιση ενεργειακής επάρκειας μέσω επενδύσεων σε ΑΠΕ και τεχνολογίες χαμηλών εκπομπών, καθίσταται πιο κρίσιμη από ποτέ. Παράλληλα, η Ευρώπη και η Ελλάδα καλούνται να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητά τους και να μετατρέψουν τις προκλήσεις, σε ευκαιρίες στρατηγικής ανθεκτικότητας.
Ωστόσο, ελλοχεύει ο κίνδυνος προστατευτισμού και εμπορικών εντάσεων, που ενδέχεται να καθυστερήσουν τη συνεργασία και την καινοτομία. Η ενεργειακή μετάβαση δεν σταματά — προσαρμόζεται αλλά απαιτεί συντονισμό, σταθερότητα και διεθνείς συνέργειες.
Ο Παναγιώτης Μπερνίτσας, Διευθύνων Σύμβουλος, Bernitsas Law συμπληρώνει ότι η εφαρμογή δασμών από τις ΗΠΑ, εφόσον τελικά ισχύσουν μετά τον Ιούλιο, αναμένεται να έχει σημαντικές επιπτώσεις στην πρόοδο της ενεργειακής μετάβασης σε διεθνές επίπεδο αλλά και στις παραδοσιακές μορφές ενέργειας στο μέτρο που αυτές εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται.
Κατ’ αρχήν, είναι εύλογο την επιβολή των δασμών να ακολουθήσει ύφεση η οποία σίγουρα θα επιφέρει πτώση της ζήτησης ενέργειας. Επειδή περίπου το 80% της παγκόσμιας ζήτησης ενέργειας προέρχεται από την Κίνα και άλλες αναπτυσσόμενες χώρες (λ.χ. BRICS), ο εμπορικός πόλεμος κατά αυτών των χωρών θα επηρεάσει την παγκόσμια ζήτηση ενέργειας.
Επίσης, οι δασμοί οι οποίοι επιβάλλονται σε εισαγόμενα προϊόντα και τεχνολογίες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όπως ηλιακά πάνελ ή εξαρτήματα ανεμογεννητριών, μπορούν να αυξήσουν το κόστος των σχετικών έργων επιβραδύνοντας έτσι την υιοθέτηση καθαρών ενεργειακών λύσεων.
Παράλληλα, δημιουργούνται εμπόδια στην εφοδιαστική αλυσίδα, καθυστερώντας αναπόφευκτα έργα βιώσιμης ενέργειας σε πολλές χώρες.
Επιπλέον, οι δασμοί θα δημιουργήσουν εμπορικές εντάσεις μεταξύ των χωρών, επηρεάζοντας τις διεθνείς συνεργασίες και επενδύσεις στον τομέα της ενέργειας. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε καθυστερήσεις στην ανάπτυξη άλλων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, επηρεάζοντας αρνητικά τις προσπάθειες για μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
Περαιτέρω, εφόσον περνάμε σε μια εποχή προστατευτισμού θα αυξηθεί ο ανταγωνισμός για πρώτες ύλες και φυσικό αέριο και πετρέλαιο, είναι πολύ σημαντική η συμβολή των πιθανών κοιτασμάτων στην ενεργειακή αυτονομία της Ελλάδας, ειδικά αφού το ΕΣΕΚ προβλέπει ισχυρό ρόλο για το ΦΑ στην ηλεκτροπαραγωγή ακόμα και το 2050.
Σημαντική επίδραση μπορεί να υπάρχει επίσης στην υλοποίηση διεθνών έργων διασύνδεσης ως λ.χ. αγωγών μεταφοράς ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου. Τέλος, να σημειώσουμε ότι ο εμπορικός πόλεμος μπορεί να επηρεάσει τις τιμές και εξαγωγές του αμερικανικού LNG στην Ευρώπη, γεγονός το οποίο δύναται να επηρεάσει αρνητικά τις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στην ήπειρο.
Ο Γιάννης Βουγιουκλάκης, Ανώτερος Διευθυντής, PwC, τονίζει ότι σε μια περίοδο προβληματισμού για το ειδικό και συνολικό ενεργειακό κόστος, η επιβολή πιθανών δασμών από τις ΗΠΑ σε τεχνολογικό ενεργειακό εξοπλισμό και προϊόντα, καθώς και τα συσχετιζόμενα θέματα για την επάρκεια και διαθεσιμότητα κρίσιμων πρώτων υλών, δύνανται να επηρεάσουν σημαντικά τις ενεργειακές αγορές αλλά και τις επενδυτικές αποφάσεις στον ενεργειακό τομέα.
Συγκεκριμένα, η εφαρμογή τέτοιων πολιτικών μπορεί να οδηγήσει σε αναδιάρθρωση των τεχνολογικών επιλογών και των επενδυτικών στρατηγικών, με ορισμένες λύσεις να καθίστανται λιγότερο ελκυστικές λόγω αυξημένου κόστους, ενώ παράλληλα εντείνουν μια επενδυτική ανασφάλεια, η οποία ειδικά σε αναπτυσσόμενες τεχνολογικές εφαρμογές, δύναται να συμβάλει σε καθυστερήσεις στην υλοποίηση νέων «πράσινων» ενεργειακών επενδύσεων.
Σε αυτό το περιβάλλον η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει με ρεαλισμό αλλά και συνέπεια να διατηρήσει τις άμεσες ενεργειακές προτεραιότητες που έχει θέσει, καθώς και το ολοκληρωμένο πλαίσιο για την επίτευξη του κεντρικού ενεργειακού και κλιματικού στόχου τόσο για το 2030 όσο και για το 2050, προτεραιοποιώντας την εύρυθμη και ανταγωνιστική εσωτερική αγορά ενέργειας και επενδύοντας σε εφαρμογές και λύσεις που επιτυγχάνουν ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού και απανθρακοποίηση της ενεργειακής ζήτησης με το βέλτιστο οικονομικό και ενεργειακό τρόπο για τους πολίτες, τις επιχειρήσεις και την κοινωνία συνολικά.
Η συγκεκριμένη πολιτική, μπορεί να δράσει είτε επιβραδυντικά είτε επιταχυντικά προς την ενεργειακή μετάβαση. Η κατεύθυνση της επίδρασης σε διεθνές επίπεδο εξαρτάται από τις αποφάσεις που θα ληφθούν σε επίπεδο των επιμέρους εθνικών οικονομιών και σε αυτό το πλαίσιο η ΕΕ μπορεί και οφείλει να έχει καθοριστικό ρόλο.
Ο Βασίλης Καραμούζης, Γενικός Διευθυντής Εταιρικής και Επενδυτικής Τραπεζικής, Εθνική Τράπεζα επισημαίνει ότι η επιβολή δασμών από τις Ηνωμένες Πολιτείες σε τεχνολογίες καθαρής ενέργειας, ως μέρος της ευρύτερης εμπορικής αντιπαράθεσης με την Κίνα, συνιστά μια κρίσιμη γεωοικονομική εξέλιξη με ουσιαστικές επιπτώσεις στην παγκόσμια ενεργειακή μετάβαση. Η αύξηση του κόστους για βασικό εξοπλισμό – όπως φωτοβολταϊκά πάνελ και συσσωρευτές ενέργειας – σε συνδυασμό με την εντεινόμενη αβεβαιότητα στις διεθνείς αλυσίδες εφοδιασμού, επιβραδύνει την πρόοδο υλοποίησης έργων πράσινης ενέργειας, ιδίως σε αναδυόμενες αγορές.
Ωστόσο, η ιστορική αναγκαιότητα της ενεργειακής μετάβασης παραμένει αδιαμφισβήτητη. Παρά τις σύνθετες προκλήσεις, πρόκειται για μια στρατηγική κατεύθυνση με ισχυρές αναπτυξιακές και επενδυτικές προοπτικές. Η μετάβαση αυτή δεν περιορίζεται στην προώθηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, αλλά απαιτεί συνολική αναδιαμόρφωση των μοντέλων χρηματοδότησης, ανάπτυξης και λειτουργίας της αγοράς ενέργειας.
Για την Ελλάδα, η οποία επιδιώκει την ανάδειξή της σε περιφερειακό κόμβο καθαρής ενέργειας, οι εξελίξεις αυτές υπογραμμίζουν την ανάγκη ενίσχυσης της εγχώριας τεχνογνωσίας και προσέλκυσης μακροπρόθεσμων επενδύσεων. Στο πλαίσιο αυτό, ο ρόλος των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων παραμένει κρίσιμος. Η Εθνική Τράπεζα, με ενεργή συμμετοχή στον σχεδιασμό και την υλοποίηση έργων, λειτουργεί ως καταλύτης για τη μετάβαση σε ένα βιώσιμο και ανταγωνιστικό ενεργειακό μέλλον, αποτελώντας αξιόπιστη πύλη εισόδου ξένων επενδυτών στην Ελλάδα. Στόχος είναι να συμβάλλουμε στον σχεδιασμό της επόμενης ημέρας και να διασφαλίσουμε ότι η ενεργειακή μετάβαση θα αποτελέσει μοχλό βιώσιμης ανάπτυξης.
Ο Ανδρέας Αθανασόπουλος, Group CEO, Olympia Group υπογραμμίζει ότι τα μέτρα των δασμών, που δεν έχουν ολοκληρωθεί βεβαίως, θα εκδικηθούν την ενεργειακή μετάβαση τόσο στην Αμερική όσο και διεθνώς. Όμως η ίδια η ενεργειακή μετάβαση θα εκδικηθεί από την πλευρά της την ανταγωνιστικότητα της Αμερικής αλλά και αλλού, σε τομείς όπως η τεχνολογία, το ΑΙ, τα data centres, και η αξιοποίηση των εναλλακτικών μορφών παραγωγής ενέργειας. Αν και φαίνεται ως πηγή καταστροφολογίας, όλα ξεκινούν από μία πολύ απλή και ξεκάθαρη πηγή του προβλήματος: τις μπαταρίες. Είτε το θέλουμε είτε όχι, όλη η παραγωγική βάση τόσο των εναλλακτικών μορφών ενέργειας, των μπαταριών είτε σε επίπεδο αυτοκινήτων είτε σε βιομηχανικές μπαταριών είναι σχεδόν αποκλειστικά μια κινεζική
υπόθεση. Η δύση ξύπνησε από τον εύκολο λήθαργο πολύ αργά και μάλιστα η Αμερική πήγε ένα βήμα ακόμα παραπέρα. Αποφάσισε να κάνει την ζωή δύσκολη και πιο ακριβή σε κάτι που είναι σχεδόν αποκλειστικά στα χέρια της Κίνας. Κάθε προσπάθεια υποκατάστασης θα είναι μερική διότι και οι πρώτες ύλες είναι στα χέρια της κίνας, πολύ δαπανηρή, θα έχει ρίσκο αποτυχίας (βλέπε τι έγινε με την Northvolt) και θα έχει βάθος υλοποίησης 4-5 χρόνια το λιγότερο. Σήμερα μιλούν κάποιοι για επενδύσεις 100δις στην Αμερική για να πετύχουν ανεξαρτησία από την Κίνα στις μπαταρίες αλλά δεν είναι σαφές το ποιος θα πληρώσει και πότε θα τελειώσει. Αυτό που δεν λένε όμως είναι ότι όλες οι μηχανές για να χτιστούν αυτά τα εργοστάσια θα προέλθουν από την Κίνα. Όλα στο πόδι.
Τώρα λοιπόν που η αγορά καταλαβαίνει το τι μπορεί να γίνει αρχίζει να εκφράζεται για τις επιπτώσεις στα data centers και κατά συνέπεια στην ανάπτυξη του ΑΙ που αποτελεί μεγάλη προτεραιότητα για την Αμερική και για την Δύση. Άρα οδηγούμαστε σε μια σειρά από αυτοεκπληρούμενες προφητείες που σύντομα θα οδηγήσουν σε αναθεώρηση πολλών αποφάσεων προερχόμενων από τις ΗΠΑ.
Όλοι οι επιχειρηματικοί κλάδοι φαίνεται να έχουν κοινές απόψεις, προβληματισμούς, αλλά και κοινό όραμα αναφερόμενοι στην ενεργειακή μετάβαση. Παρά τις αναταράξεις, είναι σημαντικό να μην ξεχνάμε τους στόχους της παγκόσμιας ενεργειακής μετάβασης, αλλά και την ανάπτυξη εναλλακτικών στρατηγικών, για την εδραίωση μιας νέας εφοδιαστικής αλυσίδας εφόσον κριθεί αναγκαίο.
Ωστόσο, ως μέτρο αντιμετώπισης των δυσβάσταχτων μέτρων η ΕΕ πρόσφατα έκανε πρόταση ανάκλησης των δασμών της Αμερικής, κάνοντας συμφωνία για «μηδέν προς μηδέν» δασμών και από τις δύο πλευρές. Η πολιτική αυτή προτάθηκε στη προσπάθεια αποφυγής ενός εμπορικού πολέμου, αναπτύσσοντας σχέσεις με αμοιβαίο όφελος, και χωρίς τριβές. Την πολιτική αυτή η ΕΕ έχει αναπτύξει μεταξύ όλων των κρατών-μελών της με μεγάλη επιτυχία, αναπτύσσοντας το εμπόριο εντός της ΕΕ, αλλά και τις επιμέρους οικονομίες.
Η Ελλάδα βρίσκεται γεωγραφικά σε ένα κομβικό σημείο, αυτό της δίνει το προτέρημα με ευκολία να αναπτύξει νέες εμπορικές πολιτικές, διόδους, και ενεργειακούς εταίρους τόσο με την Ευρώπη, την Μέση Ανατολή και Αίγυπτο, όπως ήδη έχει βάλει στο πλάνο.
Συμπερασματικά, η πολιτική των δασμών ενέχει κινδύνους αλλά και ευκαιρίες. Η παγκόσμια ενεργειακή μετάβαση δύσκολα θα ανακοπεί – το πιθανότερο είναι να αναδιαμορφωθεί γεωγραφικά. Οι χώρες που θα παραμείνουν ανοιχτές, συντονισμένες και καινοτόμες, θα είναι εκείνες που θα καρπωθούν τα οφέλη της επόμενης ημέρας. Η 90ήμερη παύση προσφέρει ένα παράθυρο αναπροσαρμογής· μένει να φανεί αν οι πρωταγωνιστές της διεθνούς σκηνής θα το αξιοποιήσουν.